Το έργο με τίτλο Χωρική κατανομή φυσικών και τεχνητών ραδιονουκλεϊδίων σε εδάφη της Ελλάδας από τον/τους δημιουργό/ούς Terzidis Konstantinos διατίθεται με την άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού 4.0 Διεθνές
Βιβλιογραφική Αναφορά
Κωνσταντίνος Τερζίδης, "Χωρική κατανομή φυσικών και τεχνητών ραδιονουκλεϊδίων σε εδάφη της Ελλάδας", Διπλωματική Εργασία, Σχολή Μηχανικών Περιβάλλοντος, Πολυτεχνείο Κρήτης, Χανιά, Ελλάς, 2020
https://doi.org/10.26233/heallink.tuc.86714
Στην παρούσα διπλωματική εργασία εξετάζεται η συμπεριφορά φυσικών και τεχνητών ραδιονουκλεϊδίων σε εδάφη της Ελλάδας. Σκοπός της εργασίας είναι να πραγματοποιηθεί η χωρική κατανομή των ραδιονουκλεϊδίων στις υπό μελέτη περιοχές και ταυτόχρονα να γίνει η εκτίμηση του περιβαλλοντικού κινδύνου που προκύπτει από τα συγκεκριμένα ραδιονουκλεΐδια υπολογίζοντας τους απαραίτητους περιβαλλοντικούς δείκτες.Οι περιοχές μελέτης για τις οποίες είχαμε εδαφικά δείγματα είναι η Λέσβος, η Χίος και η Θεσσαλία. Πιο συγκεκριμένα, για την Λέσβο είχαμε εδαφικά δείγματα σε 18 περιοχές, για την Χίο σε 8 περιοχές ενώ στην Θεσσαλία είχαμε μετρήσεις για 19 περιοχές.Τα ραδιονουκλεΐδια τα οποία μελετήθηκαν στην παρούσα διπλωματική εργασία είναι το Ράδιο (226Ra, 228Ra), το Ουράνιο (238U), το Θόριο (228Th, 232Th), το Κάλιο (40K) και το Καίσιο (137Cs). Από τα προαναφερθέντα ραδιονουκλεΐδια, το Ράδιο, το Ουράνιο, το Θόριο και το Κάλιο ανήκουν στα φυσικά ραδιονουκλεΐδια, ενώ το Καίσιο στα τεχνητά. Στην συγκεκριμένη εργασία, μελετάται ακόμη η συσχέτιση μεταξύ των υπό μελέτη ραδιονουκλεϊδίων εφαρμόζοντας Ανάλυση Κύριων Συνιστωσών (PCA) και υπολογίζοντας τους Pearson’s correlation coefficients.Για να πραγματοποιηθεί η χωρική κατανομή των ραδιονουκλεϊδίων στις περιοχές μελέτης χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος των σταθμισμένων αντίστροφων αποστάσεων (IDW). Πιο συγκεκριμένα, οι χάρτες χωρικής κατανομής που προέκυψαν, βασίστηκαν στην παραδοχή πως τα χαρακτηριστικά των σημείων του δείγματος τα οποία βρισκόντουσαν πιο κοντά το ένα με το άλλο είναι περισσότερο όμοια από ότι τα χαρακτηριστικά εκείνων των σημείων του δείγματος που απέχουν μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ τους.Όσον αφορά στην εκτίμηση του περιβαλλοντικού κινδύνου που προκύπτει από τα υπό μελέτη ραδιονουκλεΐδια έγινε χρήση των απαραίτητων περιβαλλοντικών δεικτών. Αναλυτικότερα, υπολογίστηκαν ο Geo-accumulation Index (IGEO), ο Enrichment Factor (EF) και ο Pollution Index για τον προσδιορισμό της ρύπανσης των εδαφών από το κάθε ραδιονουκλεΐδιο ξεχωριστά. Στην Λέσβο παρατηρήθηκαν αυξημένες τιμές του Enrichment Factor και του Pollution Index ενώ για την Χίο και την Θεσσαλία οι προαναφερθέντες δείκτες παρουσίασαν μικρές τιμές. Γενικά, παρατηρείται μικρή ρύπανση από τα ραδιονουκλεΐδια στις εξεταζόμενες περιοχές, με μεσαία ρύπανση στη Λέσβο λόγω της επίδρασης των ειδικών τοπικών γεωλογικών συνθηκών.Επιπρόσθετα, υπολογίστηκαν κάποιοι παράμετροι ασφαλείας ραδιενέργειας με σκοπό την εκτίμηση του κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία από την ύπαρξη των ραδιονουκλεϊδίων. Πιο συγκεκριμένα, οι δείκτες που υπολογίστηκαν είναι ο External Hazard Index (Hex), ο Radium equivalent activity (Raeq), η δόση (D) και η δραστική δόση (DE). Η Λέσβος παρουσίασε μεγαλύτερες τιμές για τις παραπάνω παραμέτρους συγκριτικά με την Χίο και την Θεσσαλία. Μάλιστα, στην Άργεννο και στην Αρίσβη οι τιμές του Hex και του Raeq υπολογίστηκαν μεγαλύτερες από τα βιβλιογραφικά αποδεκτά όρια. Τέλος, έγινε ξεχωριστός υπολογισμός της δόσης Καισίου (DCs) και της δραστικής δόσης Καισίου (DE(Cs)), διότι το Καίσιο ανήκει στα τεχνητά ραδιονουκλεΐδια, και η εκτίμηση του κινδύνου από αυτό παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Η Λέσβος και η Θεσσαλία παρουσίασαν παρόμοιες τιμές για τις παραμέτρους που αφορούν το Καίσιο, ενώ στην Χίο οι τιμές αυτές ήταν μικρότερες. Συμπερασματικά, ο κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία στις εξεταζόμενες περιοχές, τόσο από τα φυσικά ραδιονουκλεΐδια όσο και από το Καίσιο είναι πολύ μικρός.