Πολλές είναι οι πόλεις οι οποίες, αποτελώντας σύμβολα δύναμης, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο σε γεωπολιτικές εξελίξεις, γεγονός που τις κατέστησε ευάλωτες σε συχνές και βίαιες μεταβολές. Ειδικά στην περίπτωση του ευρωπαϊκού χώρου, που οι πολεμικές διενέξεις μεταξύ αυτοκρατοριών και εθνικών κρατών αποτελούσαν συχνό φαινόμενο, τα σημαντικά κέντρα αποτελούσαν στόχους, καθώς μέσω της καταστροφής τους ο εκάστοτε κατακτητής προέβαλε την στρατιωτική του πραότητα. Η ολική καταστροφή που επέφερε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, πυροδότησε μία περίοδο αλλεπάλληλων προσπαθειών και προτάσεων για την ανακατασκευή των αστικών κέντρων με στόχο την ανάδειξη της ταυτότητάς τους, συνυφασμένη πάντα με την βιώσιμη ανάπτυξή τους. Το πλήθος τέτοιων περιπτώσεων καθώς και πολεοδομικών τάσεων οδήγησαν σε ποικιλομορφία αστικών επιλύσεων με διαφορετικές εκβάσεις. Δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα αντιδιαμετρικών προσεγγίσεων σε βομβαρδισμένες πόλεις, είναι οι αστικές αναπλάσεις της Βαρσοβίας και του Rotterdam, στις οποίες τα διαφορετικά πολιτικά συστήματα και οι οικονομικές συγκυρίες οδήγησαν σε διαφορετικές αξιολογήσεις της σημασίας του ιστορικόυ ιστου. Για την ολοκληρωμένη κατανόηση των περιπτώσεων απαιτήθηκε η ιστορική ανάλυση της διαδικασίας μέσω της οποίας προέκυψε η μορφή της κάθε πόλης μέχρι πριν την καταστροφή της. Εξίσου σημαντική ήταν και η ανάγνωση των πολιτικών σκοπιμοτήτων που επηρέασαν άμεσα την έκταση των καταστροφών των δύο πόλεων κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς και την αντιμετώπισή τους από τους κατοίκους τους. Οι εκτεταμένες καταστροφές κατέστησαν τις προαναφερθείσσες πόλεις χώρους πειραματισμού και εφαρμογής των εκολαπτόμενων πολεοδομικών τάσεων και αρχιτεκτονικών κινημάτων. Πέραν των μεγάλου μεγέθους αστικών αναπλάσεων, ακολούθως έλαβαν χώρα και μικρότερου μεγέθους αστικές επεμβάσεις στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού και κάλυψης των αναγκών της εκάστοτε εποχής. Επιπλέον, διερευνάται η σχέση του ιστορικού κέντρου με την σύγχρονη πόλη, ενώ ταυτόχρονα γίνεται και μια απόπειρα κριτικής αποτίμησης της λειτουργικότητας του. Εν κατακλείδι, επιχειρείται η σύγκριση των δύο προσεγγίσεων με σκοπό την διεξαγωγή συμερασμάτων όσον αφορά την επιτυχία τους σε σχέση με την ποιότητα ζωής σε αυτές.