Η παρούσα εργασία αφορά στη μελέτη του υπαίθριου χώρου σε σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Βασικός στόχος είναι να επαναπροσδιοριστεί ο τρόπος με τον οποίο σχεδιάζονται και οργανώνονται οι αύλειοι σχολικοί χώροι, θέτοντας ως βασικό γνώμονα την αλληλεπίδραση των παιδιών με τα στοιχεία της φύσης. Το θέμα προσεγγίζεται αρχικά από τη σκοπιά της παιδαγωγικής, προσπαθώντας να κατανοηθεί ο τρόπος με τον οποίο ο υπαίθριος χώρος, τροφοδοτεί και τροφοδοτείται από τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες και ο τρόπος με τον οποίο οργανώνεται σε παιδαγωγικές πρακτικές, οι οποίες αποτελούν σημεία αναφοράς στην εξέλιξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Στη συνέχεια προσεγγίζεται από τη σκοπιά της αρχιτεκτονικής, αναζητώντας τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται σχεδιαστικά ο υπαίθριος σχολικός χώρος και καταλήγοντας σε δύο συγκεκριμένα παραδείγματα όπου ενσωματώνουν στο σχεδιασμό και κατ’ επέκταση στην εκπαιδευτική διαδικασία, στοιχεία από το φυσικό περιβάλλον. Έπειτα, η μελέτη εστιάζει στα ελληνικά δεδομένα αναζητώντας τις κρατικές προδιαγραφές των σχολικών αυλών και παρουσιάζοντας δύο παραδείγματα ελληνικών δημόσιων σχολείων, στα οποία οι χρήστες πραγματοποιούν αναδιαμορφώσεις στους υπαίθριους χώρους, με στόχο να δημιουργηθούν στις αυλές ενεργά πεδία δραστηριοτήτων μάθησης. Συσχετίζοντας τις επιμέρους ενότητες η παρούσα μελέτη καταλήγει στα βασικά στοιχεία τα οποία ορίζουν την αυλή ως πεδίο βιωματικής μάθησης και περιβαλλοντικής αγωγής, επαναπροσδιορίζοντας το ρόλο της και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί ως ένα πεδίο για νέες παιδαγωγικές και αρχιτεκτονικές κατευθύνσεις.