Το έργο με τίτλο Προσρόφηση ενδοκρινικών διαταρακτών σε βιοεξανθράκωμα από λυματολάσπη από τον/τους δημιουργό/ούς Regouzas Panagiotis διατίθεται με την άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού 4.0 Διεθνές
Βιβλιογραφική Αναφορά
Παναγιώτης Ρεγκούζας, "Προσρόφηση ενδοκρινικών διαταρακτών σε βιοεξανθράκωμα από λυματολάσπη", Μεταπτυχιακή Διατριβή, Σχολή Μηχανικών Περιβάλλοντος, Πολυτεχνείο Κρήτης, Χανιά, Ελλάς, 2017
https://doi.org/10.26233/heallink.tuc.67513
Στο πλαίσιο της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής μελετήθηκε σε πρώτη φάση η παραγωγή βιοεξανθρακώματος από τρία διαφορετικώς επεξεργασμένα δείγματα λυματολάσπης. Τα δείγματα λυματολάσπης που χρησιμοποιήθηκαν αποτελούνταν από αερόβια δευτεροβάθμια ιλύ χωρίς την προσθήκη σιδήρου (Δείγμα 1, SS1), από πρωτοβάθμια ιλύ επεξεργασμένη με τη διαδικασία της αναερόβιας χώνευσης (Δείγμα 2, SS2), καθώς και από δευτεροβάθμια ιλύ με την προσθήκη σιδήρου (Δείγμα 3, SS3). Με χρήση των παραπάνω δειγμάτων, πραγματοποιήθηκε η παραγωγή βιοεξανθρακωμάτων σε δύο θερμοκρασίες πυρόλυσης (300⁰C και 500⁰C).Μετά το στάδιο της παραγωγή των βιοεξανθρακωμάτων, ακολούθησε ο φυσικοχημικός χαρακτηρισμός τους, όπου πραγματοποιήθηκαν αναλύσεις για τον προσδιορισμό της απόδοσης της πυρόλυσης, της τέφρας, του pH, της ηλεκτρικής αγωγιμότητας, της ειδικής επιφάνειας, καθώς και ανάλυση υπέρυθρης φασματοσκοπίας FT/IR και στοιχειακή ανάλυση. Από τις συγκεκριμένες αναλύσεις προέκυψε το γεγονός ότι τα βέλτιστα βιοεξανθρακώματα, βάσει φυσικοχημικών ιδιοτήτων, ήταν αυτά που προέκυψαν από την πυρόλυση του Δείγματος 2, ενώ τα βιοεξανθρακώματα που προέκυψαν από το Δείγμα 3, ήταν τα πλουσιότερα αναφορικά με τη στοιχειακή τους σύνθεση.Το επόμενο στάδιο της πειραματικής διαδικασίας αφορούσε στη μελέτη απομάκρυνσης επτά ενδοκρινικών διαταρακτών από επιτραπέζιο νερό και λύμα, σε ρεαλιστικές συγκεντρώσεις, χρησιμοποιώντας τα βιοεξανθρακώματα που παράχθηκαν ως προσροφητικά υλικά. Οι ενδοκρινικοί διαταράκτες που χρησιμοποιήθηκαν ως ρύποι στην πειραματική διαδικασία ήταν οι: 2,4-Dichlorophenol, 2,3,4-Trichlorophenol, Bisphenol A, Carbamazepine, Androsterone, Estrone (E1) και 17α-Ethinylestradiol (EE2). Με βάση τα αποτελέσματα των κινητικών πειραμάτων, αποδείχθηκε ότι όλα τα βιοεξανθρακώματα που παράχθηκαν ήταν ικανά να απομακρύνουν τους εν λόγω ρύπους ικανοποιητικά από το επιτραπέζιο νερό και το λύμα. Συγκεκριμένα, για τα πειράματα στο επιτραπέζιο νερό παρατηρήθηκε απομάκρυνση 67-99%, ενώ για τα πειράματα στο λύμα η απομάκρυνση κυμάνθηκε στο εύρος 35-97%. Παράλληλα, πραγματοποιήθηκαν πειράματα σχετικά με την επίδραση του pH στην προσροφητική ικανότητα των βιοεξανθρακωμάτων, καθώς και της υδρόλυσης στο διάλυμα επιτραπέζιου νερού με την προσθήκη των ρύπων.Το τελευταίο στάδιο της πειραματικής διαδικασίας περιλάμβανε την προσομοίωση των πειραματικών αποτελεσμάτων σε δύο κινητικά μοντέλα προσρόφησης, της ψευδο-1ης και ψευδο-2ης τάξης. Ο υπολογισμός των παραμέτρων των μοντέλων πραγματοποιήθηκε εφαρμόζοντας μη γραμμική παλινδρόμηση στα πειραματικά δεδομένα. Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης μελέτης φανέρωσαν ότι στις περισσότερες περιπτώσεις απομάκρυνσης των περισσοτέρων ρύπων ακολουθείται κινητική ψευδο-2ης τάξης.