Σε μία εκτεταμένη περιοχή στην κεντρική Κρήτη, εντός της λεκάνης της Μεσσαράς, έχουν παρατηρηθεί κατά το παρελθόν διαφυγές αερίου από υδογεωτρήσεις που πραγματοποιήθηκαν. Γεωτρητικά δεδομένα υπέδειξαν ότι το μεθάνιο βρίσκεται πέραν των ιλυολίθων εντός ψαμμιτικών στρωμάτων που φιλοξενούν νερό υψηλής αλατότητας. Στην ευρύτερη γεωλογική λεκάνη της Μεσσαράς, οι ψαμμίτες που έχουν δημιουργηθεί, είναι ηλικίας από το Μέσο Μειόκαινο έως το Πλειόκαινο, ενώ ανήκουν σε διαφορετικά αποθετικά περιβάλλοντα. Συνεπώς τα πετροφυσικά χαρακτηριστικά των ψαμμιτών του Νεογενούς όπως το πορώδες, η διαπερατότητα και η κοκκομετρική κατανομή εξαρτώνται από τις προαναφερθείσες ιζηματολογικές συνθήκες, καθώς και από την διαδικασία της διαγένεσης. Στόχος λοιπόν της εργασίας αυτής είναι η μέτρηση για πρώτη φορά του πορώδους και της διαπερατότητας με μεθοδολογίες που χρησιμοποιούνται στην έρευνα υδρογονανθράκων, σε μια μοναδική για την λιθολογική του εναλλαγή γεωλογική τομή κατά μήκος μιας νέας τεχνητής τομής που διανοίχτηκε κατά την κατασκευή του δρόμου από το Αρκαλοχώρι προς την Μάρθα. Κατά μήκος της τομής αυτής εμφανίζονται οι σχηματισμοί της Ομάδας του Τεφελίου: οι σχηματισμοί Βιάννου και Σκινιά και Αμπελούζου που εμφανίζουν κατά μήκος της τομής αυτής έντονα και διακριτά λιθολογικά χαρακτηριστικά, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες περιοχές της Μεσσαράς. Σε παραπλήσιας κοκκομετρίας (ψαμμίτες) αλλά διαφορετικής λιθολογίας πετρώματα (ψαμμίτες με διαφορετικά ποσοστά πυριτιοκλαστικών και ανθρακικών υλικών) προσεγγίστηκαν ιζηματολογικοί παράμετροι και σε ορισμένα δείγματα μετρήθηκαν και συγκρίθηκαν οι δύο πετροφυσικοί παράμετροι: το πορώδες και η διαπερατότητα.Στα ίδια δείγματα καθορίστηκαν ιζηματολογικοί παράμετροι που επέτρεψαν πέραν από τον λιθολογικό χαρακτηρισμό, την προσέγγιση του αποθετικού περιβάλλοντος των αρχικών ιζημάτων.