Ζούμε σε έναν αιώνα κατά τον οποίο η συνεχής τεχνολογική πρόοδος και γενικότερα η βιομηχανική ανάπτυξη, τον καθιστούν σημείο αναφοράς. Αλληλένδετα με αυτή τη ραγδαία ανάπτυξη συνδέεται, ως επακόλουθο αυτής, η καταστροφή των φυσικών πόρων, οι οποίοι παράλληλα αποτελούν μια από τις συνιστώσες αυτής της ανάπτυξης. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, η φυσική ποιότητα των υδάτινων πόρων μεταβλήθηκε σημαντικά εξ' αιτίας των διαφόρων ανθρώπινων δραστηριοτήτων και χρήσεων νερού. Η μεταβολή αυτή μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στον άνθρωπο, σε άλλους ζωικούς ή φυτικούς οργανισμούς και γενικότερα να διαταράξει την ισορροπία των οικοσυστημάτων σε μεγάλη ή μικρή γεωγραφική κλίμακα.Η ρύπανση των εδαφών, των υδάτων (επιφανειακών και υπογείων) και του αέρα λόγω της διάθεσης λυμάτων και εκπομπών επιβλαβών αερίων από βιομηχανικές εγκαταστάσεις, είναι οι ορισμένες από τις αιτίες που ενισχύουν την περιβαλλοντική ρύπανση.Από τα πιο σημαντικά προβλήματα αποτελούν τα βαρέα μέταλλα όπως ο μόλυβδος και το νικέλιο, τα οποία περιέχονται στα υγρά απόβλητα που προκύπτουν από μια πλειάδα βιομηχανικών εφαρμογών.Στην παρούσα διπλωματική εργασία γίνεται διερεύνηση της αποδοτικότητας ορισμένων ενεργών υλικών όσον αφορά στην απομάκρυνση βαρέων μετάλλων από υγρά απόβλητα.Ως ενεργά υλικά χρησιμοποιήθηκαν ο ζεόλιθος, ο ενεργοποιημένος άνθρακας και ο στοιχειακός σίδηρος σε συγκεντρώσεις που κυμαίνονται μεταξύ 0,5 - 5 g/L ενώ ως βαρέα μέταλλα χρησιμοποιήθηκαν το νικέλιο (Ni) , το κοβάλτιο (Co), ο μόλυβδος (Pb), το χρώμιο (Cr), ο χαλκός (Cu) και το κάδμιο (Cd).Οι μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν στο εργαστήριο «Τεχνολογίες διαχείρισης μεταλλευτικών και μεταλλουργικών αποβλήτων και αποκατάστασης εδαφών» της Σχολής Μηχανικών Ορυκτών Πόρων του Πολυτεχνείου Κρήτης.